Σίγουρα, υπάρχουν μερικοί τυχεροί που απολαμβάνουν το φαγητό τους κι
επιπλέον είναι κομψοί. Οι υπόλοιποι και μάλλον περισσότερο οι
υπόλοιπες- κρατιόμαστε με ασκήσεις πειθαρχίας, αυτοέλεγχο, στέρηση και κόπο,
για να μην «ξεφύγουμε» και υπερβούμε αυτό που είναι για εμάς το όριο της
απόλαυσης, από τη μια, και του σωματικού μας βάρους, από την άλλη. Οι ενοχές
μάς υψώνουν απειλητικά το χέρι όταν δεν τα καταφέρνουμε. Πόσο μας βοηθά,
τελικά, αυτό στο να αποκτήσουμε μια υγιή σχέση με το φαγητό και με το σώμα μας;
Τα
παρατράγουδα ενός θανάσιμου αμαρτήματος
Η λαιμαργία είναι ένα από τα επτά θανάσιμα
αμαρτήματα. Αυτό όρισε η Καθολική Εκκλησία, και μάλιστα σαν το τρίτο σε
σοβαρότητα αμάρτημα μετά την τεμπελιά και την αλαζονεία. Σήμερα, περίπου 1.500
χρόνια μετά, όχι μόνο δεν έχουμε απελευθερωθεί από το βάρος αυτής της
απαγορευτικής εντολής, αλλά, αντίθετα, της έχουμε προσθέσει πολλούς παραπάνω
λόγους για τους οποίους είναι απαγορευτική. Λόγους υγείας, ομορφιάς, επιτυχίας,
δυναμισμού, κοινωνικού γοήτρου.
Το
βάρος της επιτυχίας
Όποιος είναι παχύς (που σημαίνει ότι ξεπερνά το
«ιδανικό βάρος», μια κλίμακα δηλαδή που βρίσκεται αρκετά πιο κάτω από το βάρος
που οι γιατροί θέτουν ως όριο για την καλή σωματική υγεία), δεν μπορεί να
θεωρείται όμορφος, επιτυχημένος ή κοινωνικά επιφανής - εκτός αν αντισταθμίζει
το «κουσούρι» αυτό με κάτι πραγματικά άξιο προσοχής, όπως πολλά λεφτά ή κάποιο
μεγάλο ταλέντο.
Το ρόλο που κάποτε έπαιζαν τα ρούχα, τα οποία
αποτελούσαν το «διαβατήριο» που επέτρεπε σε κάποιον να εισχωρήσει σε ορισμένα
κοινωνικά στρώματα, παίζουν πια όλο και περισσότερο οι «σωστές» σωματικές διαστάσεις.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε ορισμένες επαγγελματικές ελίτ, επιχειρηματιών,
ηθοποιών, μάνατζερ, δημοσιογράφων, αλλά και (μεγαλο)γιατρών και
(μεγαλο)δικηγόρων και, φυσικά, κυρίως για τις γυναίκες. Οι ενοχές, λοιπόν, σε
σχέση με το φαγητό έχουν γίνει πιο σύνθετες. Ντρεπόμαστε όταν «το παρακάνουμε»
με το φαγητό (ό,τι σημαίνει αυτό για τον καθένα) και αισθανόμαστε ενοχές,
επειδή δεν μπορούμε να είμαστε εγκρατείς και να επιβληθούμε στις σωματικές μας
επιθυμίες, αλλά και γιατί με αυτό τον τρόπο νιώθουμε να αποκλείουμε τον εαυτό
μας από τον κόσμο των ωραίων, δυναμικών και επιτυχημένων. Αποτυγχάνουμε,
δηλαδή, σε σχέση με αυτό που περιμένουμε από τον εαυτό μας και που θεωρούμε ότι
περιμένουν και οι άλλοι από εμάς.
«Ανατομία» στην ενοχή
Αυτή είναι μια παλιά ιστορία: Όταν ήμασταν παιδιά,
οι γονείς μας περίμεναν πολλά από εμάς. Όσο πιο πολλά και πιο επιτακτικά ήταν
αυτά, όσο περισσότερο νιώθαμε ότι κρέμεται από τις δικές μας αρετές και τα
επιτεύγματά μας η δική τους αξία και η ευτυχία τους, τόσο πιο εξαρτημένοι γινόμασταν
από το να τα «καταφέρουμε». Όσο πιο μεγάλη η αγωνία να τους ικανοποιήσουμε,
τόσο πιο μεγάλες οι ενοχές και η απαξίωση του εαυτού σε κάθε απόκλιση από το
αναμενόμενο. Τόσο πιο δύσκολο να δημιουργήσουμε μεγαλώνοντας ένα δικό μας
«κέντρο αξιολόγησης», που να μας λέει αν αυτή η πράξη, η ιδέα, η επιθυμία,
είναι σωστή, καλή, αποδεκτή, σύμφωνα με τις δικές μας αξίες και μόνο. Τόσο πιο
δύσκολο να νιώσουμε και να πούμε ότι αυτός ο εαυτός και αυτό το σώμα, με όλες
τους τις καλές και τις κακές ιδιαιτερότητες, είναι μια χαρά όπως είναι.
Κυνηγώντας το «σώμα-φάντασμα»
Το παράδοξο αυτής της ιστορίας είναι ότι δεν
καθορίζεται σε καμία περίπτωση από κάποιου είδους αντικειμενικά κριτήρια. Δεν
έχει καμία σημασία αν το σώμα μας είναι λεπτό ή παχουλό, αρμονικό, χαριτωμένο,
μυώδες ή με ωραίες καμπύλες. Όταν η προσπάθεια είναι να αγγίξουμε το «καλύτερο»
που θα μπορούσε να περιμένει κανείς από εμάς, χωρίς αυτό να έχει ζυγιστεί
σύμφωνα με αυτό που είμαστε πραγματικά (π.χ. σωματικά, μία ψηλή κοπέλα με λεπτά
πόδια και πιο φαρδιά περιφέρεια, μία γυναίκα μετρίου αναστήματος αδύνατη στο
πάνω μέρος του σώματος και πιο «γεμάτη» στους γοφούς και τις γάμπες κλπ.), τότε
αρχίζει το κυνηγητό για την τελειότητα, για ένα «σώμα-φάντασμα» που κι εμείς
δεν ξέρουμε πώς είναι, παρά μόνο ότι πρέπει να είναι όσο πιο λεπτό γίνεται.
Μαρτυρία
«Δεν μπορώ ούτε να σταματήσω, ούτε να ευχαριστηθώ
ό,τι τρώω»
Εντάξει, θα πει κανείς, αφού όμως αυτό που
επιδιώκουμε είναι ένα σώμα όσο πιο λεπτό γίνεται, τότε πώς αλλιώς θα το
καταφέρουμε, παρά φρενάροντας τον εαυτό μας με τις ενοχές από το να τρώει ό,τι
και όσο θέλει; Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια έως ένα βαθμό. Ορισμένοι άνθρωποι
καταφέρνουν, πράγματι, να κρατούν το σωματικό τους βάρος σε ένα «ικανοποιητικό»
επίπεδο, κάνοντας κάθε τόσο δίαιτες που τους υπαγορεύουν οι ενοχές τους: «Μόλις
πάρω 2-3 κιλά, νιώθω τόσο χάλια με τον εαυτό μου, που αρχίζω αμέσως δίαιτα, κι
έτσι τα ξαναχάνω.». Αυτό, όμως, που συνήθως περνά «στα ψιλά» είναι ο ρόλος που
παίζουν οι ενοχές, όχι μόνο στις δίαιτες και την απώλεια του βάρους, αλλά και
στην ανάκτηση των χαμένων κιλών. «Αυτό που έχω καταφέρει από τότε που ήμουν
στην εφηβεία μέχρι σήμερα, στα 31 μου, είναι να διατηρώ το βάρος μου με νύχια
και με δόντια, και με εξαντλητικές δίαιτες κάθε λίγο και λιγάκι. Πιστεύω πως,
αν δεν το έκανα αυτό, θα ήμουν σαν φάλαινα. Αλλά πάλι, έχω παρατηρήσει το εξής:
Κάνω μια δίαιτα και χάνω 4-5 κιλά. Αισθάνομαι υπέροχα, μεγάλη ευφορία, νιώθω
όμορφη και ελκυστική, και επίσης, ότι όλοι οι άνδρες είναι στα πόδια μου. Όμως,
αυτό δεν κρατά πολύ. Μόλις επιτρέψω στον εαυτό μου να αφεθεί λίγο και πάρω ξανά
έστω κι ένα κιλό, με πιάνει πανικός. Η διάθεσή μου αλλάζει, αυτό που έμοιαζε με
αυτοπεποίθηση αποδεικνύεται πρόσκαιρη φούσκα: Νιώθω άσχημα, με βλέπω άσχημη και
χοντρή πάλι, γεμίζω ενοχές που δεν καταφέρνω να επιβληθώ στον εαυτό μου και να
παραμείνω λεπτή, και τότε αρχίζει ένας φαύλος κύκλος κακής διάθεσης,
απογοήτευσης, αυτολύπησης και κατανάλωσης σοκολάτας, μπισκότων, τσιπς και
λοιπά, για παρηγοριά. Είναι κάπως σαν φροντίδα και τιμωρία μαζί, γιατί δεν
μπορώ ούτε να σταματήσω, ούτε να ευχαριστηθώ αυτά που τρώω. Τελικά, κάποια
στιγμή, συνήθως μετά από μερικούς μήνες, ξαναπαίρνω τα κιλά που είχα χάσει και
αποφασίζω να ξαναρχίσω δίαιτα. Έτσι έχει πάει μέχρι τώρα. Οι γύρω μου νομίζουν
πως τρώω κανονικά, επειδή έχω ένα κανονικό βάρος (αυτοί, μάλλον, δεν προσέχουν
ιδιαίτερα τα κιλά που ανεβοκατεβαίνουν). Όμως, σπάνια θυμάμαι να ευχαριστιέμαι
το φαγητό, ακόμα και το πιο αγαπημένο μου, χωρίς να ακολουθούν ενοχές…».
Τι θα συνέβαινε με τη Μαρίνα, αν δεν είχε ενοχές που
«αφέθηκε»; Υποθέτουμε ότι το βάρος της θα σταθεροποιούνταν κάπου εκεί που
βρίσκεται κάθε φορά πριν κάνει δίαιτα (δηλαδή, 4-5 κιλά πιο πάνω από αυτό που
εκείνη θεωρεί ιδανικό βάρος). Πιθανότατα, όμως, χωρίς αυτά τα δυσάρεστα
ανεβοκατεβάσματα, θα ένιωθε περισσότερη ευχαρίστηση και ηρεμία.
Μπορούμε
να σταματήσουμε τις ενοχές;
Φανταστείτε μια νόστιμη κοπέλα που τρώει με
ευχαρίστηση ένα ωραίο σοκολατένιο γλυκό, μασώντας απολαυστικά κάθε μπουκιά
χωρίς να δείχνει να έχει την παραμικρή ενοχή. Δείχνει να μην σκοπεύει να
νηστέψει τρεις μέρες και να «χτυπηθεί» στα γυμναστήρια για να επανορθώσει γι’
αυτή της την απόλαυση. Νιώσατε ένα τσίμπημα ζήλιας ή στενοχώριας που δεν
μπορείτε να το κάνετε κι εσείς; Σίγουρα, οι ενοχές για τις οποίες μιλήσαμε
είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο της προσωπικότητάς μας που δεν αλλάζει από τη μία
μέρα στην άλλη. Ίσως, όμως, οι παρακάτω «ασκήσεις» σάς βοηθήσουν να δείτε λίγο
πιο καθαρά τι είδους ενοχικές σχέσεις έχετε με το φαγητό σας και, ενδεχομένως,
να τις αλλάξετε λίγο.
Όταν
σκέφτεστε
«Κανονικά δεν θα έπρεπε, αλλά…»
Τι να κάνετε Τη στιγμή που αυτομαστιγώνεστε, ενώ
ταυτόχρονα ετοιμάζεστε να ορμήσετε στη σοκολάτα, ρωτήστε τον εαυτό σας: «Την
κάνω κέφι αυτή τη στιγμή τη σοκολάτα αυτή; Θα ευχαριστηθώ τη γεύση της;». Αν
απαντήσετε «ναι», τότε φάτε και απολαύστε την. Αν απαντήσετε «όχι», τότε αφήστε
το. Ίσως αργότερα, αύριο, να έρθει η στιγμή που θα τη θέλετε πραγματικά. Τώρα,
δεν είναι αυτή η στιγμή.
Όταν
σκέφτεστε
«Πατάτες τηγανητές; Καλύτερα καθόλου!» ή «Άμα
αρχίσω, δεν μπορώ να σταματήσω...»
Τι να κάνετε Προσπαθήστε να απομυθοποιήσετε αυτές
τις τροφές-ταμπού. Μπορείτε να το κάνετε τρώγοντας επί συνεχή γεύματα μόνο
αυτές τις τροφές, αργά, με τρόπο που να νιώσετε πότε χορτάσατε, ικανοποιηθήκατε
και θέλετε να σταματήσετε. Θα δείτε ότι δεν θα έχετε πάρει 10 κιλά μόνο και
μόνο επειδή αγγίξατε το «ταμπού», και ίσως να έχετε καταφέρει και να το
ευχαριστηθείτε.
Όταν
σκέφτεστε
«Αν το παρακάνω, θα αρχίσω δίαιτα»
Τι να κάνετε Διακόψτε αυτή την αυτόματη σύνδεση της
απόλαυσης με την τιμωρία! Εμπιστευτείτε τον εαυτό σας, ακούστε την όρεξή σας.
Απολαύστε λίγο πιο αργά, ώστε να νιώσετε πότε χορτάσατε. Περιμένετε με ηρεμία
και χωρίς πανικό και ενοχικούς μονολόγους πότε θα ξανανιώσετε πείνα. Αν
νομίζετε ότι το παρακάνατε με μία τροφή, μην τη δαιμονοποιείτε. Η όρεξη γι’
αυτή θα σταματήσει από μόνη της κάποια στιγμή. σε slow motion Οι ενοχές συνήθως
έχουν ως αποτέλεσμα να τρώμε βιαστικά, στα κλεφτά, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι
και πόσο. Διακόψτε αυτή τη διαδικασία, επιβραδύνοντας αντί να βιάζεστε,
απολαμβάνοντας αντί να καταπίνετε, εστιάζοντας σε αυτό που τρώτε και στην
ευχαρίστηση που σας δίνει.
Όσοι έχουν υγιή σχέση με το φαγητό…
Σύμφωνα με μελέτες, οι άνθρωποι που έχουν μια
σχετικά υγιή σχέση με το φαγητό (και κανονικό βάρος), τρώνε όταν αισθάνονται
πείνα και όχι για να κατευνάσουν δυσάρεστα συναισθήματα, να παρηγορηθούν ή να
περάσουν την ώρα τους. Επίσης, τρώνε μέχρι να χορτάσουν και όχι μέχρι να
αδειάσουν το πιάτο τους (ή το τραπέζι). Όμως, η σημαντικότερη διαφορά βρίσκεται
στο νου τους: Δεν σκέφτονται διαρκώς αν κάνει να φάνε κάτι ή αν πρέπει να
επανορθώσουν για το πλούσιο γεύμα που έφαγαν. Δεν συνδέουν το φαγητό με τιμωρία
και ενοχές, αλλά με ευχαρίστηση και άντληση ενέργειας.
Πηγή: vita.gr
Στην υγειά
σας!!!